ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ 49 ΠΡΟΚΡΙΤΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΣ, 29 – 9 -1943
Στη διάρκεια της τριπλής κατοχής για τη Θεσπρωτία, Ιταλικής, Γερμανικής, Μουσουλμανικής, η Παραμυθιά έζησε τις πιο εφιαλτικές και τραγικές στιγμές στη μακραίωνη ιστορία της. Η πιο αποφράδα ημέρα ήταν εκείνη που ξημέρωσε στις 29-9-1943. Το σχέδιο αποκεφαλισμού του ηγετικού στοιχείου της πόλης είχε καταστρωθεί από καιρό, το είχε καταστρώσει το λεγόμενο «Τοπικό Συμβούλιο» που συνήλθε τότε υπό την προεδρία του μουσουλμάνου Νουρί Μπέη Ντίνο. Αρχιτέκτονας της μεγάλης συμφοράς ο Μαζάρ Ντίνο «αδελφός του προηγούμενου και αρχηγός των μουσουλμανικών αποσπασμάτων». Τη νύχτα της 27ης Σεπτεμβρίου 1943 αποσπάσματα ένοπλων μουσουλμάνων με επικεφαλής Γερμανό αξιωματικό συνέλαβαν 53 άνδρες κάθε ηλικίας. Η έναρξη των συλλήψεων δόθηκε με τη ρίψη φωτοβολίδων, ενώ ταυτόχρονα η πόλη βούιζε από τους θρήνους γυναικών και παιδιών. Οι συλληφθέντες μεταφέρθηκαν στις υπόγειες αίθουσες του Δημοτικού Σχολείου. Σαν αιτιολογία προβάλλεται το γεγονός του φόνου έξι Γερμανών στρατιωτών στη θέση «Σκάλα» της Παραμυθιάς που τη φρουρούσαν αντάρτες του Ε.Δ.Ε.Σ. του λόχου Ποπόβου. Οι δυνάμεις κατοχής είχαν ήδη θυροκολλήσει από τις 17-9-1943 στο οίκημα που στεγάζονταν τα γραφεία της τότε Κοινότητας Παραμυθιάς ανακοίνωση στην οποία αναφερόταν ότι «…για κάθε δολοφονία ή τραυματισμό Γερμανού στρατιώτη θα εκτελούνται δέκα χριστιανοί Έλληνες από την Παραμυθιά και τα πέριξ χωριά…», μέτρο που οι στυγεροί δολοφόνοι εφάρμοζαν σ’ όλους τους κατακτημένους λαούς.
Όμως η διεστραμμένη φιλοσοφία της φασιστικής ιδεολογίας στηρίζεται σε αυστηρά στατιστικά δεδομένα, εξαιρέθηκαν τρεις, γιατί έντεκα άλλοι πατριώτες είχαν δώσει το αίμα τους ως αντίποινο τις προηγούμενες μέρες για τον θάνατο έξι Γερμανών. Ανάμεσα στους 49 ο παπα-Βαγγέλης Τσαμάτος και ο Γυμνασιάρχης Κων. Σιωμόπουλος. Στις 28-9-1943 με την εποπτεία των Γερμανών, 35 πατριώτες κρατούμενοι από τα γύρω χωριά άνοιξαν στο χωράφι ιδιοκτησίας Τσαμάτου, στη θέση «Άγιος Γεώργιος» (όπου σήμερα το Ηρώο των πεσόντων), τους ομαδικούς τάφους. Στις 29-9-1943 το χάραμα της μέρας, μεταφέρθηκαν στον προκαθορισμένο τόπο της εκτέλεσης οι μελλοθάνατοι φρουρούμενοι από μουσουλμάνους Τσάμηδες και λίγους Γερμανούς. Ακολούθησαν σκηνές φρίκης. Πατέρας παρακαλούσε ν’ αφήσουν ελεύθερο το 16χρονο γιο του και ο γιος ικέτευε να σκοτώσουν αυτόν και να αφήσουν τον πατέρα να αναθρέψει τις μικρότερες αδελφές. Τελικά εκτελέσθηκαν πατέρας και γιος. Άλλοι προσπάθησαν με γενναιότητα να δραπετεύσουν αλλά χτυπήθηκαν από τις σφαίρες των μουσουλμάνων Τσάμηδων που είχαν περιζώσει την περιοχή. Ώρα 7 το πρωί το κροτάλισμα των πολυβόλων έσβησε το χαμόγελο των αγέρωχων ανδρών.
Η εκτέλεση τους ανακοινώθηκε αμέσως με έγγραφο του γερμανικού φρουραρχείου Παραμυθιάς που θυροκολλήθηκε στο οίκημα όπου στεγάζονταν τα γραφεία της τότε Κοινότητας Παραμυθιάς.Με την ηρωική θυσία των εκτελεσθέντων συμπατριωτών μας η Παραμυθιά αναγορεύτηκε σε μαρτυρική πόλη. Ένα χρόνο αργότερα η θεία Νέμεση απέδωσε τη δικαιοσύνη, γιατί «…Κείνοι που έπραξαν το κακό – τους πήρε μαύρο σύγνεφο. Ζωή δεν είχαν πίσω τους με έλατα και κρύα νερά, παππού δεν είχαν από δρυ κι απ’ οργισμένο άνεμο ή μάνα που χορεύοντας να χει δοθεί στη λευτεριά του χάρου… «(Ελύτης). Τα όνειρα πήραν «εκδίκηση». Για την πατρίδα η πιο σωστή στιγμή σημαίνει: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Παραμυθιά, 29 Σεπτεμβρίου 1943 Καθ’ όλη τη διάρκεια της Ιταλογερμανικής κατοχής (1941-1944), αλλά ιδιαίτερα το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1943, η Ήπειρος πλήρωσε με πολύ οδυνηρό τρόπο το τίμημα της εφαρμογής μιας απάνθρωπης αρχής, ναζιστικής επινόησης. Της αρχής της συλλογικής ευθύνης. Το Κομμένο, η Μουσιωτίτσα, οι Λυγκιάδες και η Παραμυθιά είναι οι τόποι που πλήρωσαν βαρύ τίμημα στο όνομα αυτής της απάνθρωπης αρχής. Είναι οι ιεροί τόποι μαρτυρίου της νεότερης ιστορίας της Ηπείρου. Η θυσία της Παραμυθιάς έχει μια θλιβερή ιδιαιτερότητα. Γιατί εδώ οι θύτες δεν ήταν μόνοι χους οι ξένοι και άγνωστοι κατακτητές και τα θύματα δεν ήταν διαλεγμένα στην τύχη. Στη Θεσπρωτία, εκτός από τους Ιταλούς φασίστες και χους Γερμανούς ναζί κατακτητές, βασικός συντελεστής των τραγικών γεγονότων της περιόδου 1941-1944, ήταν η ηγεσία των μουσουλμάνων κατοίκων της περιοχής, των γνωστών και ως Τσάμηδων, που συμπαρέσυρε σε μια γενιτσαρική, εγκληματική συμπεριφορά απέναντι στους χριστιανούς συμπολίτες και συγχωριανούς τους, ολόκληρη τη μουσουλμανική μειονότητα της Θεσπρωτίας. Την 29-9-1943 οι Γερμανοί κατακτητές και οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες της περιοχής, συνεργάτες των Ιταλών και Γερμανών σ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής, εκτέλεσαν στην Παραμυθιά της Θεσπρωτίας σαράντα εννιά χριστιανούς, πολίτες της μικρής πόλης. Η πράξη αυτή ήταν το αποκορύφωμα μιας ατελείωτης σειράς εγκλημάτων πολέμου, που διέπραξαν σε αγαστή συνεργασία οι Τσάμηδες μαζί με τις δυνάμεις κατοχής, σ’ ολόκληρη τη Θεσπρωτία από την πρώτη ως την τελευταία ημέρα της Κατοχής. Το ιδιαίτερα τραγικό της εκτέλεσης των 49, είναι ότι σ’ αυτήν πρωτοστάτησαν οι μουσουλμάνοι τσάμηδες, γείτονες και συμπολίτες των τραγικών θυμάτων.. ..Την εποχή αυτή η Ιταλία οδεύει προς την κατάρρευση και τη συνθηκολόγηση (που θα γίνει στις 8-9-1943) και οι Γερμανοί σκληραίνουν τη σχάση χους στις κατεχόμενες περιοχές. Οι Τσάμηδες σπεύδουν να επωφεληθούν. Οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής, πιο συστηματικές από τις ιταλικές, εξοπλίζουν ολόκληρο σχεδόν τον μουσουλμανικό πληθυσμό από 15 ετών και πάνω, και σχηματίζουν νέα ένοπλα τμήματα υπό τις οδηγίες των Μαζάρ και Νουρί Ντίνο. Οι μουσουλμάνοι των ομάδων αυτών, φορούσαν στρατιωτικές στολές, ιταλικές ή γερμανικές, καθώς και περιβραχιόνιο με τη λέξη «Τσάμης». Στη Τζανταρμερία ανατίθεται από χους Γερμανούς η τήρηση της τάξης, με αποτέλεσμα μια αβίωτη και οδυνηρή καθημερινότητα για τους χριστιανούς της περιοχής. Τον Δεκαπενταύγουστο αυτού του μαύρου καλοκαιριού του 1943 συλλαμβάνονται από μικτά αποσπάσματα Γερμανών και Τσάμηδων 33 χριστιανοί πολίτες της Παραμυθιάς, στους οποίους την άλλη μέρα προστίθενται ακόμη δύο, και όλοι μαζί μεταφέρονται στα Γιάννενα.
Η κατηγορία πρόχειρη και εύκολη: «συνεργασία με χους αντάρτες». Η εκτέλεση τους αποσοβείται την τελευταία στιγμή λόγω διαφωνίας των ιταλικών αρχών, που αγνοήθηκαν στην όλη επιχείρηση. Μετά τη συνθηκολόγηση όμως των Ιταλών, στις 8 Σεπτεμβρίου του 43, η συνεργασία των Τσάμηδων και των Γερμανών δεν είχε πια εμπόδια και αναστολές. Ήταν φανερό ότι ο κλοιός έσφιγγε πλέον αφόρητα γύρω από την Παραμυθιά και η αφορμή για το ανοσιούργημα, που απέτυχε να υλοποιηθεί τον Δεκαπενταύγουστο, δεν άργησε να δοθεί. Μια συμπλοκή με τους αντάρτες στη Σκάλα, μια οχυρή τοποθεσία λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη, και η απώλεια έξι Γερμανών στρατιωτών, σήμανε και την ώρα της Παραμυθιάς. Η νέα λίστα για τον απορφανισμό της πόλης συντάχτηκε ταχύτατα από τους πρωτεργάτες του διχασμού και της μισαλλοδοξίας Μαζάρ και Νουρή Ντίνο. Τα μεσάνυχτα της 27ης Σεπτεμβρίου του 43, μικτά αποσπάσματα Γερμανών και Τσάμηδων συνέλαβαν πενήντα δύο πολίτες της Παραμυθιάς. Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στα υπόγεια του δημοτικού σχολείου, όπου και κρατήθηκαν τριάντα ώρες. Τριάντα ώρες φρικτής αγωνίας και για τους ίδιους και για ολόκληρη τη μικρή πόλη. Κατά τη διάρκεια της κράτησής , τους ανακοινώθηκε η απόφαση των αρχών κατοχής για την εκτέλεσή τους. Όπως εξιστόρησαν αργότερα τρεις από χους κρατούμενους που απελευθερώθηκαν την τελευταία στιγμή, οι τελευταίες τραγικές ώρες κύλησαν σε ένα κλίμα απόλυτης συναδέρφωσης και αξιοπρέπειας μπροστά στο θάνατο. Ο Νίκος Γιαννάκης, εικοσιπεντάχρονος γυμναστής, για να μετριάσει το μεγάλο βάρος εκείνων των ωρών και να δώσει κουράγιο στους συγκροτούμενους του, τραγούδησε στην πικρή ομήγυρη το «Γεροδήμο». Ο Παπαβαγγέλης Τσαμάτος, λίγο πριν την έξοδο τους προς τον τόπο της εκτέλεσης, έψαλλε, για τον εαυτό του και όλους τους συγκρατούμενούς του, τη νεκρώσιμη ακολουθία. Χαράματα της 29ης Σεπτεμβρίου πάνοπλη κουστωδία Γερμανών και Τσάμηδων οδήγησε χους πενήντα δύο λίγο έξω από την πόλη. Από την προηγούμενη μέρα, όμηροι από χα χωριά του κάμπου της Παραμυθιάς, είχαν ανοίξει στο σημείο εκείνο δύο μεγάλους ομαδικούς τάφους Μπροστά από τους ανοιχτούς τάφους ο επικεφαλής του αποσπάσματος Γερμανός αξιωματικός απελευθέρωσε την τελευταία στιγμή τρεις από τους κρατούμενους, γιατί έκρινε όχι θα του ήταν χρήσιμοι για κάποιες ξυλουργικές εργασίες στα γραφεία της Γερμανικής Διοίκησης. Και έμειναν σαράντα εννιά. Μαζί τους και οι έντεκα πολίτες της επαρχίας Παραμυθιάς και συγκεκριμένα από την Πλακωτή, τη Λαμπανίτσα, την Οσδίνα, το Πόποβο και τα Σιαμέτια, που είχαν εκτελεστεί λίγες μέρες πριν στη αυλή του Δημοτικού Σχολείου της Παραμυθιάς και στα Σιαμέτια. Όλοι μαζί εξήντα. Για να λυθεί σωστά η εξίσωση της ντροπής.
Ένας νεκρός πάνοπλος γερμανός στρατιώτης «ίσον» δέκα πολίτες αθώοι, άοπλοι και ανυποψίαστοι. Στην εκτέλεση που ακολούθησε, πήρε ενεργό μέρος ένοπλο τμήμα Τσάμηδων που πλαισίωνε τους Γερμανούς. Οι πιο πολλοί από τα θύματα της θηριωδίας ήταν, μεταξύ χους, στενοί συγγενείς. Γονείς και παιδιά, αδέρφια, ανήψια και θείοι. Η οικογένεια Βασιλείου Τσούλα είχε το θλιβερό προνόμιο να συνεισφέρει στη θυσία τρία αδέρφια, τον Γάκη, τον Θόδωρο και τον Κώτσιο, επαγγελματίες της αγοράς και οικογενειάρχες και οι τρεις τους. Ας σημειωθεί όχι ανάμεσα στους μελλοθάνατους βρίσκονταν και δυο έφηβοι. Πρόκειται για χους Σπύρο Μπάρμπα και Γιώργο Σωτηρίου, που οδηγήθηκαν στο απόσπασμα μαζί με τους πατεράδες τους. Ο Νικόλας Μπάρμπας παρακαλούσε τους δήμιους του, μέχρι την τελευταία στιγμή, να ελευθερώσουν τον δεκαεξάχρονο γιο του Σπύρο και εκείνος με τη σειρά του, τους προέτρεπε να κρατήσουν εκείνον στη θέση του πατέρα του, για να μη μείνουν απροστάτευτα τα ανήλικα αδέρφια του. Ο Γιάννης Μπαζάκος και ο Κώστας Τσίλης προσπάθησαν να αποδράσουν από το απόσπασμα την τελευταία στιγμή. Λίγα μέτρα παραπέρα τους περίμεναν οι σφαίρες των Γερμανοτσάμηδων, που είχαν περικυκλώσει ασφυκτικά την περιοχή. Η εκτέλεση των 49 σήμανε την αρχή της αντίστροφης μέτρησης για τους αρχιτέκτονες του μίσους και του διχασμού στη Θεσπρωτία. Αμετανόητοι και εγκλωβισμένοι στον ματωμένο και αδιέξοδο δρόμο που οδήγησαν ολόκληρη τη μουσουλμανική μειονότητα της Θεσπρωτίας, οι μοιραίοι ηγέτες της ακολούθησαν το στρατό κατοχής πολεμώντας μαζί τους μέχρι την τελευταία μέρα της παραμονής τους στην περιοχή. Είναι μάλιστα ιδιαίτερα θλιβερό ότι μέχρι την τελευταία στιγμή και ενώ ήταν φανερή η κατάρρευση χης Ναζιστικής Γερμανίας, οι ίδιοι παρέμεναν συμμαχητές των Ναζί εναντίον των Ελλήνων και επιχειρούσαν να διαπραγματευθούν την παραμονή τους στον ελληνικό χώρο μέσα από διάφορα σενάρια αυτονομίας της περιοχής, με συμμετοχή χους στη ηγεσία του μορφώματος που επεδίωκαν να δημιουργήσουν. Τελικά υποχώρησαν μαζί με τους Γερμανούς μέσα στην Αλβανία ακολουθούμενοι από το σύνολο σχεδόν της μειονότητας.
Ο Μαζάρ Ντίνο εκτελέστηκε από Αλβανούς παρτιζάνους ως συνεργάτης των Γερμανών, ενώ στους Τσάμηδες χορηγήθηκε η αλβανική υπηκοότητα το 1953. Το Ειδικό Δικαστήριο δοσιλόγων των Ιωαννίνων εκδίκασε και εξέδωσε μέχρι το 1948, χίλιες εφτακόσιες και πλέον καταδικαστικές αποφάσεις για τα εγκλήματα των Τσάμηδων στη Θεσπρωτία. Ως συνέπεια των αποφάσεων αυτών, και με αποφάσεις του ελληνικού κράτους, από τους καταδικασθέντες αφαιρέθηκε η ελληνική ιθαγένεια και η περιουσία τους δημεύτηκε. Περίπου 250 μουσουλμάνοι Τσάμηδες, αμέτοχοι στα εγκλήματα των υπολοίπων, παρέμειναν και συνέχισαν τη ζωή τους στη Θεσπρωτία μετά το 1944. Δεν είναι ιστορικά εξακριβωμένο ποιος υπέγραψε την διαταγή της εκτέλεσης των 49. Ούτε είναι εξακριβωμένο, μέχρι στιγμής, το όνομα του φρούραρχου της Παραμυθιάς τις ημέρες εκείνες. Σύμφωνα με πολύ πρόσφατη έρευνα, είναι γνωστό μόνο το όνομα του διοικητή του λόχου, από τον οποίο συγκροτήθηκε το εκτελεστικό απόσπασμα. Πρόκειται για τον λοχαγό Alferd Hindelang. Το βέβαιο είναι ότι διοικητής του 99ου Συντάγματος της 1ης Μεραρχίας Ορεινών Καταδρομών και στο οποίο υπαγόταν οι μονάδες κατοχής της Παραμυθιάς, ήταν ο συνταγματάρχης Josef Remold. Ο στρατηγός Lanz είναι ο μόνος, από τη γερμανική πλευρά, που τιμωρήθηκε για το έγκλημα της Παραμυθιάς. Και αυτό στη δίκη της Νυρεμβέργης και στο πλαίσιο της συνολικής του καταδίκης για όλα τα εγκλήματα της 1ης Ορεινής Μεραρχίας Καταδρομών που ηγείτο. Κανένας άλλος αξιωματικός της μεραρχίας αυτής δεν καταδείχθηκε ως υπεύθυνος για το έγκλημα της Παραμυθιάς. Μια απόπειρα δικαστικής διερεύνησης των γεγονότων αυτών, που έγινε το 1963 μετά από μήνυση ενός Γερμανού εκπαιδευτικού, πρώην στρατιώτη της 63ης Μοίρας Ελαφρού Πυροβολικού (η οποία εκείνη την εποχή έδρευε στην Παραμυθιά και συμμετείχε στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της γύρω περιοχής), εναντίον συγκεκριμένων αξιωματικών του, κατέληξε στο αρχείο χωρίς αποτέλεσμα. Αποσπάσματα από το βιβλίο του Παναγιώτη Χρ. Τσαμάτου «Εν Παραμυθία τη 29-9-43» Παραμυθιά, Σεπτέμβριος 2007