Πότε χτίστηκε, από ποιους και πώς; Είναι τελείως άγνωστο. Και τούτο διότι δεν υπάρχει καμιά επιγραφή ή καμιά άλλη γραπτή μαρτυρία που να διαφωτίζει τον ερευνητή για την ιστορία της. Τα παλιά εκκλησιαστικά βιβλία, από τα οποία θα μπορούσε να αντλήσει κανείς στοιχεία και να πάρει απάντηση σ’ αυτά τα ερωτηματικά, έχουν εξαφανιστεί. Αναφέρομαι στα παλιά εκκλησιαστικά βιβλία, γιατί συνήθως σ’ αυτά, οι κατά καιρούς εφημέριοι έγραφαν διάφορα στοιχεία τα οποία σχετίζονταν με το χωριό και τα αξιόλογα γεγονότα τα οποία είχαν λάβει χώραν στην εποχή τους. Με λίγα λόγια, τέτοια στοιχεία αποτελούσαν ιστορικές πηγές. Δυστυχώς για την εκκλησία της Αγίας Τριάδας και γενικά για τις εκκλησίες της Σέλλιανης, δεν υπάρχουν. Έχουν εξαφανιστεί, άγνωστο πότε συνέβη αυτό και από ποιους, αφού μάλιστα, ο ιερός αυτός χώρος δεν πειράχτηκε κατά την καταστροφή του χωριού στρις 27 Σεπτεμβρίου 1943 από τα Γερμανικά στρατεύματα. Συνεπώς, η μόνη μαρτυρία που υπάρχει και στην οποία κατά κάποιον τρόπο μπορεί να στηριχθεί κανείς και να βγάλει κάποια ελλειπή έστω συμπεράσματα, είναι η όψη της τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική. Στο εσωτερικό της, η εκκλησία της Αγίας Τριάδας, είχε και έχει ακόμα σήμερα την κλασική διαρρύθμιση του Βασιλικού ρυθμού, χωρίς κανένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό διάκοσμο. Ένας απλός σκαλιστός τέμπλος με σκαλιστά βημόθυρα, χωρίζει τον κυρίως ναό από το άγιο βήμα, ο οποίος όπως φαίνεται δεν είναι πολύ παλαιός. Της ίδιας ηλικίας φαίνεται ότι είναι και οι εικόνες τόσο του εικονοστασίου, όσο και του τέμπλου. Τοιχογραφίες δεν υπάρχουν. Πιθανώς στο παρελθόν να υπήρχαν. Όμως από άγνοια ή απροσεξία κατά τις διάφορες επισκευές που έγιναν με το πέρασμα του χρόνου, να καλύφθηκαν. Εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι, πολλά χρόνια προ του τελευταίου παγκοσμίου πολέμου ένας φοβερός σεισμός έπληξε το χωριό, και επέφερε σοβαρές ζημιές σε πολλά σπίτια και στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας η οποία και επισκευάστηκε. Όχι όμως τελείως. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγούμαστε από την εικόνα που παρουσίαζε ως την καταστροφή του χωριού ο γυναικωνίτης της εκκλησίας, η οποία δεν ήταν καθόλου ευχάριστη. Με τις διάφορες επισκευές οι οποίες κατά καιρούς έγιναν στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας, καταστράφηκε και μία τοιχογραφία η οποία υπήρχε πάνω από το εξωτερικό μέρος της εισόδου της η οποία παρίστανε την Αγία Τριάδα.
Στο έξω μέρος της εκκλησίας υπήρχε ένα μεγάλο χαγιάτι (ο πρόναος) η στέγη του οποίου στηρίζονταν σε άσπρους πέτρινους κίονες (κολόνες) οι οποίοι μαζί με τα πέτρινα τόξα που σχηματίζονταν, ομόρφαιναν την οικοδομή ολόκληρη. Το χαγιάτι που από τη μια άκρη ωςτην άλλη είχε πέτρινο πεζούλι, ήταν ο χώρος στον οποίο συγκεντρώνονταν όλοι οι κάτοικοι του χωριού, μετά τη θεία λειτουργία, χωριστά οι άντρες, χωριστά οι γυναίκες, ενώ έξω από το χαγιάτι κάθονταν τα παιδιά. Στην κορυφή του πεζουλιού, σε ειδική θέση, κάθονταν ο παππάς του χωριού και στη συνέχεια, οι άλλοι κάτοικοι (άντρες) στη σειρά, ανάλογα με την ηλικία τους. Σ’ αυτόν το χώρο, είχαν την ευκαιρία να συζητήσουν για διάφορα ζητήματα του χωριού τους και να πάρουν και σχετικές αποφάσεις. Ήταν κατά κάποιον τρόπο ο χώρος εκείνος όπου λάβαινε χώραν η εκκλησία του Δήμου. Ο περίβολος της εκκλησίας, ολόγυρα ήταν περιμαντρωμένος και στην είσοδό του, υψωνόνταν το γραφικό καμπαναριό της, με τις δυο καμάρες του και τη γλυκόηχη καμπάνα του, η οποία ήταν δώρο ενός παλιού Σελλιανίτη του Λάμπρου Μίχου Βασιλείου. Μέσα στον περίβολο της εκκλησίας ο οποίος ήταν δενδροφυτευμένος με κυπαρίσσια και άλλα καλλωπιστικά δέντρα ήταν το νεκροταφείο του χωριού, το οποίο το έτος 1935, με ταφέρθηκε σε χώρο, γύρω από το εξωκκλήσι της Αγίας Μαύρας. Το εξωκκλήσι της Αγίας Μαύρας, βρίσκεται έξω από το χωριό, σε μικρή απόσταση απ’ αυτό, και κοντά στο δρόμο ο οποίος οδηγεί προς την Παραμυθιά.
Είναι χτισμένο πάνω σ’ ένα βραχώδη λοφίσκο κατάφυτο από πανήψυλα πουρνάρια.Η Αγια Μαύρα οπως σώζετε σήμερα Είναι πολύ παλιό, μικρό απέριτο αλλά γραφικό. Στην κορυφή του λόφου, από τον κορμό ενός πουρναριού ήταν κρεμασμένο ένα μεταλλικό σήμαντρο, το οποίο κάθε χρόνο, την τρίτη μέρα του Πάσχα, στη γιορτή της μνήμης της Αγίας Μαύρας και κάθε άλλη γιορτή που λειτουργιόνταν το εκκλησάκι, έστελνε τους βραχνούς ήχους του, κατά το χωριό και καλούσε τους χωριανούς να πάνε να εκκλησιαστούν, να το τιμήσουν με την παρουσία τους και να διασκεδάσουν τη μοναξιά του. Η τρίτη της Διακαινησίμου και η γιορτή της Αγίας Μαύρας στις 3 Μαιου, αποτελούσαν για τους κατοίκους του χωριού, κατάλληλη ευκαιρία για ομαδική εκδρομή προς την ʼγια Μαύρα. Τις γιορτάσιμες αυτές μέρες, άντρες, γυναίκες, νέοι, γέροι και παιδιά, όλοι, ντυμένοι τα καλά τους, με κεριά και λαμπάδες στα χέρια, ξεχνύνονταν χαρούμενοι από όλες τις γειτονιές του χωριού προς τους δρόμους της Γκόντρας και του Μπράτη που οδηγούσαν προς το εξωκκλήσι. Ο ανοιξιάτικος καιρός και η οργιώδης βλάστηση, ενθουσίαζαν μικρούς και μεγάλους και έκαναν τη μικρή διαδρομή τους, ευχάριστη. Μετά τη θεία λειτουργία την οποία παρακολουθούσαν όλοι τους ευλαβικά, άλλοι μέσα και άλλοι απ’ έξω από το εκκλησάκι το οποίο ήταν πολύ μικρό και δε χωρούσαν όλοι, έβγαιναν και κάθονταν, στο χώρο που ήταν έξω απ’ αυτό, πάνω στο καταπράσινο χορτάρι και κάτω από τον ίσκιο των πανύψηλων πουρναριών. Εκεί, οι εκκλησιαστικοί επίτροποι, μοίραζαν τα υψώματα δηλαδή σιτάρι και πρόσφορο. Ακόμη, κερνούσαν τους προσκυνητές, γλυκό και ούζο, και όλοι τους, ενώ έπιναν, εύχονταν να είναι καλά και να ξαναγιορτάσουν και του χρόνου με υγεία. Κι ενώ έπιναν το ούζο τους και χαρούμενοι αντάλλαζαν θερμές ευχές, οι τσελιγκάδες που είχαν τα κοπάδια τους, εκεί κοντά, μοίραζαν από τσαντίλες χλωρότυρί. Αφού έμεναν στο μαγευτικό εκείνο τοπίο, αρκετή ώρα και με την επήρεια του ποτού, πολλές φορές έρχονταν σε ευθυμία και τραγουδούσαν.
Ύστερα, έπαιρναν το χαλικοστρωμένο από τη φύση δρόμο και ανηφόριζαν προς το χωριό. Στο πλάτωμα, στου Μπράτη, κοντά στα σπίτια των Γιωγαίων σταματούσαν. Εκεί, γυναίκες και άνδρες, έστηναν μεγάλο χορό, με όμορφα τραγούδια, που τα τραγουδούσαν, εναλλακτικά. ʼλλοτε οι άντρες και άλλοτε οι γυναίκες. Αυτή η ωραία εκδήλωση των κατοίκων του χωριού έξω στη μαγευτική φύση διαρκούσε αρκετή ώρα. Όταν έφτανε στο τέλος, όλοι οι χωριανοί, ευχαριστημένοι και χαρούμενοι γύριζαν στα σπίτια τους με τις καλύτερες εντυπώσεις και διατύπωναν τις θερμές ευχές τους, να έχουν όλοι τους υγεία, για να ξαναγιορτάσουν πάλι του χρόνου. Από κείνα τα καλά χρόνια, βρισκόμαστε πολύ μακριά. Για τους παλιούς κατοίκους της Σέλλιανης που σήμερα βρίσκονται στη ζωή, η ανάμνηση εκείνων των εκδηλώσεων δημιουργεί νοσταλγία και συγκινησιακή φόρτιση.
Από το βιβλιο του ΣΤΑΥΡΟΥ ΠΑΠΑΜΩΚΟΥ